Κατά τη διάρκεια της πανδημίας της νόσου του κορονοϊού το 2019 (COVID-19), όλες οι ευρωπαϊκές χώρες επλήγησαν, αλλά τα ποσοστά θνησιμότητας ήταν ετερογενή, με ορισμένες χώρες να πλήττονται πολύ σκληρά, ενώ άλλες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, είχαν πολύ χαμηλότερο ποσοστό θανάτων. Η υπερταχεία εφαρμογή μέτρων ήταν πιθανώς ο λόγος αυτής της εξαιρετικής επιτυχίας.1

H επιδημία αυτή αναμένεται να πυροδοτήσει συναισθήματα φόβου, ανησυχίας και άγχους, ως αντιδράσεις σε μια ακραία απειλή προς την κοινότητα και το άτομο. Επιπλέον, οι αλλαγές στην κοινωνική συμπεριφορά, καθώς και στις συνθήκες εργασίας, τις καθημερινές συνήθειες και τη ρουτίνα, αναμένονται να προκαλέσουν περαιτέρω άγχος, ειδικά με την προοπτική μιας επικείμενης οικονομικής κρίσης και πιθανής ανεργίας. Στην Ελλάδα, όπου ο εγκλεισμός (lockdown, συχνά χρησιμοποιείται και ο αδόκιμος όρος «καραντίνα») ήταν εξαιρετικά επιτυχής όσον αφορά τον περιορισμό της επιδημίας, κυριάρχησαν επίσης ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις στην ψυχική υγεία.

Κατά τη διάρκεια της επιδημίας COVID-19 αναπτύχθηκε μια συνεργασία για την ψυχική υγεία μεταξύ της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου και της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρίας. Δύο μεγάλες πολυεθνικές μελέτες ξεκίνησαν, μία για τον γενικό πληθυσμό και μία για φοιτητές πανεπιστημίου.

Η ψυχική υγεία των φοιτητών είναι ένας τομέας ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, τόσο λόγω της ευαλωτότητας αυτής της ηλικιακής ομάδας όσο και επειδή οποιαδήποτε διατάραξη των σπουδών έχει σημαντικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη ζωή των ατόμων, και αυτό μπορεί να προκαλέσει συναισθήματα φόβου, ανησυχίας και άγχους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του ελληνικού βραχίονα της μελέτης για τους φοιτητές, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, τα δύο-τρίτα των φοιτητών ανέφεραν τουλάχιστον «πολύ» αύξηση στο άγχος, το ένα τρίτο στα συναισθήματα κατάθλιψης και το 2,59% σε σχέση με αυτοκτονικές σκέψεις. Υπήρξε επίσης επιδείνωση της ποιότητας ζωής και διαταραχή σε θέματα τρόπου ζωής. Μείζων κατάθλιψη ήταν παρούσα στο 12,43%, με ένα επιπλέον 13,46% να αντιμετωπίζει σοβαρή δυσφορία. Η πίστη σε θεωρίες συνωμοσίας απολάμβανε ευρεία αποδοχή που κυμαινόταν μεταξύ 20–68%, με φοιτητές Νομικής, Φιλολογίας, Παιδαγωγικής, Πολιτικών Επιστημών και άλλων σχετικών σπουδών, να εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά αποδοχής. Το γυναικείο φύλο και η κατάθλιψη/δυσφορία, και τα δυο ανεξάρτητα αλλά και σε αλληλεπίδραση, σχετίζονταν με υψηλότερα ποσοστά τέτοιων πεποιθήσεων.2,3 

Τα αποτελέσματα του ελληνικού βραχίονα της μελέτης για το γενικό πληθυσμό έδειξαν ότι κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, η κλινική κατάθλιψη υπήρχε στο 9,31%, με ένα επιπλέον 8,5% να αντιμετωπίζει σοβαρή δυσφορία. Αυξημένo άγχος και συναισθήματα κατάθλιψης (συμπεριλαμβανομένων και των υποκλινικών περιπτώσεων) υπήρχαν σε περισσότερο από το 40% του πληθυσμού. Σε άτομα με προηγούμενο ιστορικό κατάθλιψης, το 23,31% εμφάνισε κατάθλιψη έναντι του 8,96% των περιπτώσεων χωρίς προηγούμενο ιστορικό, που βίωναν το πρώτο τους καταθλιπτικό επεισόδιο. Τα οικογενειακά δυναμικά έδειξαν ότι οι λιγότερες συγκρούσεις και η καλύτερη ποιότητα σχέσεων παραδόξως σχετιζόταν με υψηλότερο άγχος και συναισθήματα κατάθλιψης,υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και δυσφορίας, και υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονικών σκέψεων. Τελικά, οι πνευματικές καιθρησκευτικές προσκολλήσεις θα μπορούσαν να προστατεύσουν το άτομο από τις αναδυόμενες αυτοκτονικές σκέψεις. Καθώς η συσχέτιση δεν υπονοεί και αιτιότητα, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι θεωρίες συνωμοσίας θα μπορούσαν είτε να είναι είτε η αιτία της κατάθλιψης, ή, αντίθετα, ένας μηχανισμός αντιμετώπισης της ανάπτυξης κατάθλιψης. Λαμβάνοντας υπόψη ότι και στοοικογενειακό περιβάλλον η έκφραση θυμού φάνηκε να είναι προστατευτικός παράγοντας, η πιο πιθανή εξήγηση θα μπορούσενα είναι ότι η πίστη σε θεωρίες συνωμοσίας είναι ένας μηχανισμός αντιμετώπισης και «προστασίας» κατά της εμφάνισης της κατάθλιψης.

Αυτές οι μελέτες ήταν από τις πρώτες που δημοσιεύθηκαν, πήγαν βαθύτερα όσον αφορά τη συλλογή δεδομένων και οδήγησαν ακόμη και στη δημιουργία ενός μοντέλου διακριτών σταδίων για την ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών κατά τη διάρκειατου εγκλεισμού. Η ανάλυση των διεθνών δεδομένων θα δώσει πιθανότατα περαιτέρω πληροφορίες για τη συχνότητα των ψυχικών διαταραχών και των παγκόσμια κοινών αλλά και πολιτισμικά εξειδικευμένων μοντέλων και παραγόντων που αφορούν την ανάπτυξή τους. Κατά τη στιγμή που το άρθρο αυτό ήταν υπό δημοσίευση, συμμετείχαν περισσότερες από 40 χώρες πουαντιπροσωπεύουν περισσότερα από τα δύο-τρίτα του πληθυσμού της γης και είχαν συγκεντρωθεί ήδη περισσότερες από 45.000 απαντήσεις.

Κωνσταντίνος Ν. Φουντουλάκης
Καθηγητής Ψυχιατρικής, Γ΄ Ψυχιατρική Κλινική, Ιατρική Σχολή,
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Αθανάσιος Εξαδάκτυλος
Πλαστικός Χειρουργός, Πρόεδρος Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου

Κυριάκος Αναστασιάδης
Καθηγητής Καρδιοχειρουργικής, Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Νικόλαος Παπαϊωάννου
Καθηγητής Κτηνιατρικής,
Πρύτανης Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Afzal Javed
Εκλεγμένος Πρόεδρος της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρίας και Επίτιμος
Αναπληρωτής Καθηγητής, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του
Warwick, Ηνωμένο Βασίλειο, και Πρόεδρος του Κέντρου Ψυχιατρικής
Έρευνας του Πακιστάν, Fountain House, Λαχόρη Πακιστάν 

Bιβλιογραφία

  1. Fountoulakis KN, Fountoulakis NK, Koupidis SA, Prezerakos PE. Factors determining different death rates because of the COVID-19 outbreak among countries. J Public Health (Oxf) 2020, fdaa119, doi: 10.1093/pubmed/fdaa119
  2. Patsali ME, Mousa DV, Papadopoulou EVK, Papadopoulou KKK, Kaparounaki CK, Diakogiannis I, Fountoulakis KN. University students' changes in mental health status and determinants of behavior during the COVID-19 lockdown in Greece. Psychiatry Res 2020, 292:113298, doi: 10.1016/j.psychres.2020.113298
  3. Kaparounaki CK, Patsali ME, Mousa DV, Papadopoulou EVK, Papadopoulou KKK, Fountoulakis KN. University students' mental health amidst the COVID-19 quarantine in Greece. Psychiatry Res 2020, 290:113111, doi: 10.1016/j.psychres.2020.113111

Πλήρες άρθρο σε pdf (Αγγλικά & Ελληνικά)