Η σχιζοφρένεια συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, συμβάλλοντας σε επίταση του καρδιαγγειακού κινδύνου και περιορισμό του προσδόκιμου επιβίωσης σε ασθενείς με σχιζοφρένεια. Σε ό,τι αφορά στο προσδόκιμο ζωής, αυτό ανέρχεται συνολικά σε 14,5 έτη πιθανής απώλειας ζωής και συνολικό μέσον όρο προσδόκιμου ζωής τα 64,7 έτη. Ο ακριβής επιπολασμός του διαβήτη τύπου 2 στα άτομα με σχιζοφρένεια διαφέρει στις μελέτες και κυμαίνεται από 2–5 φορές υψηλότερος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Η αιτιολογία του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 στους ασθενείς με σχιζοφρένεια είναι πολύπλοκη και πολυπαραγοντική. Εκτός από τους κοινούς διαβητογόνους παράγοντες, που απαντώνται και στον γενικό πληθυσμό, όπως η παχυσαρκία, η υπερλιπιδαιμία, το κάπνισμα, η υπέρταση, η κακή διατροφή και η περιορισμένη σωματική δραστηριότητα, η συνύπαρξη σχιζοφρένειας και διαβήτη αποδίδεται σε επιπλέον ιδιαίτερους παράγοντες. Συγκεκριμένα, ο καθιστικός τρόπος ζωής, κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, οι ανεπιθύμητες ενέργειες των αντιψυχωτικών φαρμάκων και η περιορισμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας θεωρούνται επιβαρυντικοί παράγοντες για την εμφάνιση του διαβήτη και τη χαμηλή ποιότητα διαχείρισής του. Η ίδια η σχιζοφρένεια θεωρείται αιτιολογικός παράγοντας για εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη, δεδομένου του παρατηρούμενου υψηλότερου επιπολασμού του διαβήτη σε νεαρούς ασθενείς, που έχουν πρόσφατα διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια και δεν έχουν εκτεθεί σε αντιψυχωτικά. Επιπλέον, οι μελέτες υποστηρίζουν γενετική προδιάθεση για διαβήτη μεταξύ των ατόμων με σχιζοφρένεια, υποδηλώνοντας ότι κοινοί γενετικοί παράγοντες ευθύνονται τόσο για τη σχιζοφρένεια όσο και για τον σακχαρώδη διαβήτη, ενώ έχει προσδιορισθεί ένας αριθμός αλληλεπικαλυπτόμενων υπεύθυνων γονιδίων. Ως εκ τούτου, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην πρόληψη του διαβήτη σε άτομα με σχιζοφρένεια μέσω παρέμβασης σε όλους τους δυνατούς τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου. Η εφαρμογή κατάλληλης αντιψυχωτικής αγωγής, η παροχή επαρκών κινήτρων για ισορροπημένη διατροφή και φυσική δραστηριότητα και η διευκόλυνση της πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στη μείωση του επιπολασμού του διαβήτη. Από την άλλη πλευρά, γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η έγκαιρη διάγνωση του διαβήτη, η εφαρμογή κατάλληλης αντιδιαβητικής θεραπείας και η αυστηρή επίβλεψη της συμμόρφωσης στη θεραπεία, για τον περιορισμό της αυξημένης θνησιμότητας λόγω καρδιαγγειακών επεισοδίων σε άτομα με σχιζοφρένεια. Επιπλέον, τα προγράμματα υγείας πληθυσμού θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην παροχή ενημέρωσης, συμβουλών και στην πρόληψη του κινδύνου διαβήτη, παράλληλα με τον έγκαιρο έλεγχο του πληθυσμού και την πρώιμη διάγνωση, περιορίζοντας πληθυσμιακές ανισότητες. Τέλος, οι πάροχοι υπηρεσιών ψυχικής υγείας θα μπορούσαν να βελτιώσουν σημαντικά την ποιότητα της προσφερόμενης θεραπείας σε ασθενείς με σχιζοφρένεια, μέσω μιας ολιστικής εξατομικευμένης προσέγγισης, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη και τη σωματική υγεία των ασθενών μέσα από τη στενή συνεργασία και σε πλαίσια τόσο πρόληψης όσο και θεραπείας, με παθολόγους και διαβητολόγους.

Λέξεις ευρετηρίου: Σχιζοφρένεια, διαβήτης τύπου 2, αντιψυχωσικά φάρμακα, πρόληψη.

Β. Μαμάκου, Α. Θανοπούλου, Φ. Γονιδάκης, Ν. Τεντολούρης, Β. Κονταξάκης (σελίδα 64)

Πλήρες άρθρο σε pdf (Αγγλικά)