Το ερώτημα αν η ψυχανάλυση, έξω από το συνηθισμένο πλαίσιο άσκησης, μπορεί να συνυπάρχει με το δημόσιο τομέα έχει απαντηθεί ουσιαστικά από την ανάπτυξη της ψυχαναλυτικής θεωρίας και πρακτικής και την εξέλιξη των νέων ψυχοθεραπευτικών τεχνικών. Η επίδραση της ψυχανάλυσης στο δημόσιο τομέα έχει ένα μη ειδικό και ένα ειδικό χαρακτήρα. Ο πρώτος αφορά στο πώς οι ψυχαναλυτικές έννοιες επιτρέπουν μια ιδιαίτερη κατανόηση των ψυχικών διαταραχών στην καθημερινή κλινική πρακτική, τόσο σε ότι αφορά στην οργάνωση των υπηρεσιών όσο και μια εξατομικευμένη προσέγγιση των ιδιαίτερων συνθηκών και αναγκών των ασθενών. Ο δεύτερος αφορά στο πώς τα δια φορετικά είδη ψυχαναλυτικής θεραπείας έχουν ενσωματωθεί στο δημόσιο τομέα. Η έννοια του setting (της οργάνωσης της θεραπευτικής λειτουργίας) είναι ζωτικής σημασίας, όπως και το ζήτημα της χρηματοδότησης, της πρόσληψης επαρκούς αριθμού ειδικών και της ψυχαναλυτικής εκπαίδευσης. Δυστυχώς, η ψυχανάλυση δεν θεωρείται οικονομικώς αποδοτική από την πλειονότητα των φορέων λήψης αποφάσεων. Στην Ελλάδα, η ψυχανάλυση έχει παρουσία από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, αρχικά ως όργανο τελειοποίησης της κατανόησης και της εκπαίδευσης των παιδιών, αλλά και ως ειδική θεραπευτική μέθοδος, κατάλληλη για την κατανόηση του ανθρώπινου ψυχισμού και την αντιμετώπιση των ψυχικών ασθενειών. Κατά τα τελευταία 30 χρόνια, η ψυχανάλυση έχει εμπλακεί πιο ενεργά στην ανάπτυξη των δημόσιων υπηρεσιών υγείας και, κατ‘ επέκταση, στην ψυχιατρική μεταρρύθμιση, που πραγματοποιείται στη χώρα μας. Οι πιο εκτεταμένες ψυχαναλυτικές παρεμβάσεις αφορούν στην εποπτεία του κλινικού έργου, κατά κύριο λόγο, σε μονάδες άσκησης της ψυχιατρικής μέσα στον κοινωνικό ιστό και τις βραχείες ψυχοθεραπείες, συχνά σε συνεργασία με μονάδες νοσηλείας.

Λέξεις ευρετηρίου: Ψυχανάλυση, ψυχαναλυτική εποπτεία, βραχείες ψυχοθεραπείες, δημόσιος τομέας, θεραπευτικό πλαίσιο, Ελλάδα

Δ.Κ. Αναγνωστόπουλος, Ν.Γ. Χριστοδούλου, Δ.Ν. Πλουμπίδης (σελίδα 342) - Full article