Τα ενέσιμα αντιψυχωσικά μακράς δράσης (ΕΑΜΔ) κατέχουν σημαντική θέση στη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών με σχιζοφρένεια και άλλες ψυχώσεις προσφέροντας πλεονεκτήματα, όπως διασφάλιση της γνώσης του κατά πόσο τηρούνται οι ιατρικές οδηγίες, πιο αξιόπιστα επίπεδα του φαρμάκου στο αίμα, σταθερή φαρμακοκινητική και καλύτερη συσχέτιση μεταξύ της χορηγούμενης δόσης και των επιπέδων του φαρμάκου στο πλάσμα, τακτική επαφή των ασθενών με τον γιατρό και ελάττωση του κινδύνου υπερδοσολογίας. Η γνώση του καλύτερου τρόπου χορήγησης ενός ΕΑΜΔ είναι σημαντική διότι μεγιστοποιεί την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου και ελαχιστοποιεί τις ανεπιθύμητες ενέργειες. Αυτή η γνώση υποβοηθείται από την κατανόηση της κλινικής φαρμακοκινητικής του φαρμάκου και της φαρμακοτεχνικής μορφής του επειδή παρέχει απαραίτητες πληροφορίες για το πώς δρα. Στην Ελλάδα, βρίσκονται σήμερα σε κυκλοφορία δύο ΕΑΜΔ 1ης γενιάς (αλοπεριδόλη και ζουκλοπενθιξόλη) και τέσσερα νεότερα ΕΑΜΔ (ρισπεριδόνη, ολανζαπίνη, παλιπεριδόνη και αριπιπραζόλη). Η φαρμακοτεχνική μορφή τους διευκολύνει την παρατεταμένη απελευθέρωση του φαρμάκου σε βάθος εβδομάδων αυξάνοντας, με αυτό τον τρόπο, το μεσοδιάστημα χορήγησης που απαιτείται για τη διατήρηση θεραπευτικών συγκεντρώσεων στο πλάσμα υπό συνθήκες σταθερής κατάστασης. Αυτό επιτυγχάνεται με τη δημιουργία εξωαγγειακής αποθήκης φαρμάκου (depot) μέσα στους σκελετικούς μύες από όπου απελευθερώνεται βραδέως στη συστηματική κυκλοφορία. Για τα ΕΑΜΔ, ο ρυθμός απέκκρισης περιορίζεται από τη βραδεία απορρόφηση που λαμβάνει χώρα στο σημείο της ένεσης και το φαινόμενο του μεγάλου χρόνου ημιζωής τους καλείται φαρμακοκινητική flip-flop. Ο ρυθμός απορρόφησης των φαρμάκων από τους σκελετικούς μύες εξαρτάται από παράγοντες, όπως είναι η τεχνική της ένεσης και η φαρμακοτεχνική μορφή του φαρμάκου, η κατανομή του λίπους και η αιματική παροχή του μυός στον οποίο χορηγείται το φάρμακο. Στα ΕΑΜΔ 1ης γενιάς το εστεροποιημένο μόριο του φαρμάκου διαλύεται σε ελαιώδες διάλυμα και υδρολύεται ταχέως από εστεράσες του πλάσματος επιτρέποντας την είσοδο του φαρμάκου στον εγκέφαλο. Αντιθέτως, τα νεότερα ΕΑΜΔ διαλύονται σε υδατικό διάλυμα με τη χρήση ποικίλων φαρμακοτεχνικών μορφών: μικροσφαιρίδια (ρισπεριδόνη), κρύσταλλοι παμοϊκού οξέος (ολανζαπίνη), νανοκρύσταλλοι (παλιπεριδόνη), ξηρά σκόνη με υδατικό διάλυμα (αριπιπραζόλη). Από αυτά τα φάρμακα, η ρισπεριδόνη και η αριπιπραζόλη πρέπει να χορηγούνται από του στόματος μαζί με την ενέσιμη μορφή για κάποιο χρονικό διάστημα στην αρχή. Επιπλέον, η ρισπεριδόνη είναι το μοναδικό ΕΑΜΔ που χορηγείται κάθε 2 εβδομάδες ενώ η παλιπεριδόνη 3μηνης χορήγησης είναι το μοναδικό ΕΑΜΔ που χορηγείται κάθε 3 μήνες. Όλα τα υπόλοιπα ενέσιμα (1ης γενιάς και άτυπα) χορηγούνται, κατά κανόνα, κάθε 4 εβδομάδες. Στην εργασία περιγράφονται τα φαρμακοκινητικά και φαρμακοτεχνικά χαρακτηριστικά αυτών των φαρμάκων. Προηγείται η παράθεση βασικών εννοιών φαρμακοκινητικής των ΕΑΜΔ ώστε να γίνουν καλύτερα κατανοητά αυτά τα χαρακτηριστικά.

ΛΕΞΕΙΣ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΥ: ενέσιμα αντιψυχωσικά μακράς δράσης, φαρμακοκινητική, φαρμακοτεχνικές μορφές, ψύχωση, depot

Θεοχάρης Χ. Κυζιρίδης

 

Πλήρες άρθρο σε pdf