Η έννοια της ανθεκτικής στη θεραπεία σχιζοφρένειας κατανοείται καλύτερα σε συνάρτηση µε τα εκάστοτε διαγνωστικά κριτήρια για τη σχιζοφρένεια που χρησιµοποιούνται, τον ορισµό της θεραπευτικής ανταπόκρισης και την αποτελεσµατικότητα των διαθέσιµων κάθε φορά Θεραπειών. Ο ορισµός της ανθεκτικής σχιζοφρένειας έχει διέλθει µέσα από διάφορα στάδια εξέλιξης και ωρίµανσης. Η διαµόρφωση των σύγχρονων κριτηρίων της ανθεκτικής σχιζοφρένειας είναι συνυφασµένη µε την είσοδο στην κλινική πράξη της κλοζαπίνης. Τα κριτήρια που χρησιµοποιούνται συχνότερα σήµερα είναι τροποποίηση των κριτηρίων που διετύπωσαν οι Kane το 1988. Το ποσοστό των ανθεκτικών ασθενών εγγίζει, πιθανώς, το 50%. Η ανθεκτική σχιζοφρένεια έχει διακριτά επιδηµιολογικά χαρακτηριστικά: ελαφρώς µεγαλύτερη επικράτηση στους άνδρες, µικρότερη ηλικία έναρξης, υψηλότερη συχνότητα περιγεννητικών επιπλοκών. Μπορεί να έχει πρώιµη ή και όψιµη έναρξη. Καταστάσεις όπως η πτωχή συµµόρφωση στη φαρµακευτική αγωγή, η συννοσηρότητα, ιδίως µε χρήση ουσιών, και η ανεπαρκής ψυχοκοινωνική στήριξη µειώνουν την ανταπόκριση στη θεραπεία και πρέπει να αποκλείονται πριν τεθεί η διάγνωση της ανθεκτικής σχιζοφρένειας. Στους ανθεκτικούς ασθενείς ανευρίσκονται συχνά διακριτά βιολογικά χαρακτηριστικά: χαµηλότερος ρυθµός µεταβολισµού ντοπαµίνης, χαµηλότερα επίπεδα κατεχολαµινών στο ΕΝΥ, αυξηµένος βαθµός φλοιώδους ατροφίας και διεύρυνση των κοιλιών. Η ανθεκτική σχιζοφρένεια αποτελεί, πιθανώς, χωριστό υπότυπο της νόσου, µε διαφορετικό αιτιοπαθογενετικό µηχανισµό.

Π.Π.Φερεντίνος, Β.Π.Κονταξάκης (σελίδα 263)Πλήρες άρθρο